κύκνος AP5.124
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
επηόνιος — ἐπηόνιος, ον (Α) αυτός που βρίσκεται στην ήόνα, στην ακτή … Dictionary of Greek
ἐπῃόνιος — on the shore masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)